- Καρπερή
- Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ., 1.099 κάτ.) του νομού Σερρών. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 27 χλμ. ΒΔ της πόλης των Σερρών. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ηρακλείας.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Καρπερή — Sp Karpèrė Ap Καρπερή/Karperi L Š Graikija … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
τοκάς — (I) άδος, ή, και κατά τον Ησύχ. λακων. τ. πληθ. τοκάδερ Α (συν. για ζώο και σπάν. για πρόσ.) 1. αυτή που πρόκειται να γεννήσει, ετοιμόγεννη 2. αυτή που μόλις έχει γεννήσει («κύνες τοκάδες», Καλλ.) 3. γόνιμη, καρπερή 4. μητέρα («τοκάδα τὰν...… … Dictionary of Greek
Ελλαδα - Μυθολογία — ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Το μυθολογικό υλικό είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των αρχαίων κοινωνιών να ερμηνεύσουν τον κόσμο, τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν μια κοινωνική, συλλογική προσπάθεια κατανόησης και… … Dictionary of Greek
Karperi — Sp Karpèrė Ap Καρπερή/Karperi L Š Graikija … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
Karperė — Sp Karpèrė Ap Καρπερή/Karperi L Š Graikija … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė